Συνολικές προβολές σελίδας

Δευτέρα 15 Φεβρουαρίου 2010

ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΑΓΟΡΑ ΚΟΡΙΝΘΟΥ _ 1

Πως ήταν και πως θα μπορούσε να είναι ακόμα και σήμερα.

2a

Όλοι μας φταίμε για τη σημερινή της εικόνα!

Έστω και τώρα που πήραν απόφαση να την κατεδαφίσουν, πρέπει ν’ αντιδράσουμε για να μη χαθεί για πάντα αυτή η εικόνα.

Έχουμε τη δύναμη ν’ αλλάξουμε μια απόφαση ή μήπως θέλουμε ένα καινούργιο κτίριο;

Σάββατο 6 Φεβρουαρίου 2010

Serial Finers 11. Το μοιραίο «ΠΟΠ»

Η Κ κι ο Β στέκονταν πλάτη με πλάτη στον πάγκο δίπλα απ’ την είσοδο του πολυαγαπημένου μας Fin. Τύχαινε συχνά οι παρέες τους να κάθονται κοντά κι αυτοί οι δύο να κάθονται πλάτη με πλάτη αλλά όπως και πολλά άλλα που τους συνέβαιναν αυτόν τον καιρό δεν το είχαν παρατηρήσει. Με τον αγκώνα της λυγισμένο η Κ μιλώντας σκουντούσε με τέτοια συχνότητα τον Β που αυτός είχε αρχίσει να εκνευρίζεται.

Κι έπνιγε την ελαφριά τσαντίλα του στη μπύρα που του είχε σερβίρει η Χρύσα.

Μπύρα έπινε κι η Κ που με τη σειρά της εκνευριζόταν που ο Β δεν έκανε ένα βήμα πιο πίσω κι όλο φοβόταν πως θα της έκαιγε την καινούρια της ζακέτα με το τσιγάρο του (εδώ που τα λέμε ήταν και λίγο ατσούμπαλος ο Β, παλιά είχε κάψει κι ένα μπουφάν δικό μου πάλι στο ίδιο μέρος) και δεν έβλεπε τον εαυτό της που κόντευε να του κάνει του ανθρώπου μελανιά.

Έτσι στριμωγμένα έπιναν τις μπύρες τους μα δεν το άλλαζαν το Fin με τίποτα! Και να χωρούσαν μόνο στην τουαλέτα εκεί μέσα θα κάθονταν και θα σκουντιόντουσαν επίσης. Όμως το θέμα της ιστορίας μας αυτής δεν εκτυλίσσεται ανάμεσα σε αγκώνες και πλευρά ή τσιγάρα και ζακέτες, ούτε καν ανάμεσα στην Κ και τον Β. Γι’ αυτούς τους δύο έτσι κι αλλιώς δεν είχε έρθει ακόμα η ώρα να γνωριστούν… Ίσως σε κάποιο άλλο επεισόδιο να σας πω και πως ήρθαν τα πράγματα μεταξύ τους.

Η σημερινή μας ιστορία εκτυλίσσεται σ’ έναν κόσμο κάτω απ’ την μύτη μας κι όμως τόσο διαφορετικό από τον δικό μας, έναν κόσμο σχεδόν χρυσό με μικροσκοπικούς και στρογγυλούς κατοίκους. Μέσα στα ποτήρια της Schmucker του Β και της Κ, που όπως και οι ιδιοκτήτες τους στέκονταν κοντά πάνω στον πάγκο που γουργούριζε ανεπαίσθητα στους κραδασμούς της μουσικής, βρίσκονται οι δύο πρωταγωνιστές μας.

Κοντά στον πάτο των δύο ποτηριών γεννήθηκαν ξαφνικά δυο μπουρμπουλήθρες που άθελα τους κόλλησαν στο πλάι των ποτηριών αντικριστά έτσι που η μία έβλεπε μέσα στην άλλη. Οι δύο μπουρμπουλήθρες ένιωσαν εκστασιασμένες καθώς κοιτάχτηκαν βαθιά: «Πόσο όμορφη είσαι… Και πως σου πάει ετούτη η μουσική!», είπαν μεταξύ τους, κάτι που αν η Κ κι ο Β κολλούσαν τα αυτιά τους στο ποτήρι θα εκλάμβαναν ως «φφφιζζζζζ».

Οι μπουρμπουλήθρες αγαπήθηκαν με τον τρόπο που δύο μπουρμπουλήθρες μπορούν να αγαπηθούν στην εφήμερη ζωή τους. Και το κύριο μέλημά τους όλη τη βραδιά ήταν να προσπαθούν να μένουν κολλημένες στην ίδια θέση κάθε φορά που οι δύο θαμώνες έπιναν μία γουλιά από την μπύρα τους ώστε να μπορούν να κοιτάζονται καθώς απορροφούσαν προσεκτικά τις δονήσεις της όμορφης μουσικής που έπαιζε ο DJ.

Καθώς η στάθμη της μπύρας στα ποτήρια άρχισε να κατεβαίνει οι μπουρμπουλήθρες έγιναν πιο φλύαρες. Σύντομα, με τα δικά μας δεδομένα, και μια αιωνιότητα πλατωνικής σχέσης και εμπνευσμένων γλυκόλογων για εκείνες, αποφάσισαν πως με κάποιο τρόπο θα έπρεπε να απελευθερωθούν για να έρθουν κοντά και μ’ ένα κρεσέντο της μουσικής να ενωθούν και να σκάσουν μαζί γεμίζοντας τον αέρα του Fin με την αναμφίβολα διαφορετική αγάπη τους. Κάπου τότε ήταν που παρατήρησαν μέσα στην αγωνία τους το πόσο ατσούμπαλοι ήταν οι φίλοι μας ο Β κι η Κ. Και αποφάσισαν να το εκμεταλλευτούν.

Με τη δύναμη της αγάπης τους ή με τη δύναμη του DJ που ανέβαζε συνέχεια το κέφι των θαμώνων ώσπου άρχισαν να χοροπηδούν (ποτέ δεν θα μάθουμε άλλωστε την αλήθεια) οι δυο μικροί στρογγυλοί κι ερωτευμένοι κάτοικοι του κόσμου της Schmucker τα κατάφεραν. Και την στιγμή που από τα ηχεία ακούγονταν οι Archive η Κ σκούντησε χορεύοντας τον Β, του Β του έπεσε το τσιγάρο προς το μέρος της κι εκείνη σκεπτόμενη με τρόμο μια τρύπα στη νέα της ζακέτα πισωπάτησε απότομα και κούνησε τον πάγκο.

Τα δυο ποτήρια ταλαντεύτηκαν για λίγα δευτερόλεπτα και σε αργή κίνηση έπεσαν σπάζοντας και ρίχνοντας στα εκλεπτυσμένα πλακάκια του πατώματος την λιγοστή μπύρα που κρατούσαν εντός τους. Οι μπουρμπουλήθρες κύλησαν κοντύτερα και τραγουδώντας «You make me feel strooooonger», έγιναν μία και ευτυχισμένες παραδόθηκαν στον αέρα του μικρού μας μαγαζιού αφήνοντας ως μοναδική απόδειξη της ενώσεως έναν ήχο, που σε κάποιον υπερήρωα με τρομερές ακουστικές ικανότητες θα ακουγόταν σαν «ποπ», μόνο που στην πραγματικότητα σήμαινε «μας αγαπώ πολύ και χαίρομαι που είμαστε ένα τη στιγμή αυτή».

Μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα η ουσία που βρισκόταν μέσα στη μία και μόνη μπουρμπουλήθρα, αυτή η ανυπέρβλητη φουσκαλένια αγάπη, είχε γεμίσει το χώρο γύρω από τα πόδια των θαμώνων που ανυποψίαστοι για το τι συνέβαινε στον περίεργο εκείνο μικρόκοσμο συνέχισαν να χορεύουν.

Μόνο που όπως κάποιοι λίγοι παρατήρησαν, όλοι άρχισαν να χαμογελούν περισσότερο, να μιλούν γλυκύτερα, να φλερτάρουν αποτελεσματικότερα και να χοροπηδούν με περισσότερη χάρη ώσπου στο τέλος της βραδιάς τις μικρές πρωινές ώρες όλοι οι Serial Finers κι εγώ κι εσύ μαζί, μοιάζαμε με μικρές ανθρώπινες διάφανες μπουρμπουλήθρες καθώς βγαίναμε από το Fin και γεμίζαμε τους (μπόλικους πια) άδειους πεζοδρόμους μουσική…

ΥΓ: Τα πρόσωπα και οι καταστάσεις που περιγράφονται είναι σχεδόν φανταστικά. Οποιαδήποτε ομοιότητα με αληθινά πρόσωπα και καταστάσεις είναι σχεδόν συμπτωματική.