Συνολικές προβολές σελίδας

Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2009

Serial Finers 9. Μπλε και Πράσινοι κόκκοι

Μέσα στο προεκλογικό κλίμα των ημερών θυμήθηκα το όμορφο βράδυ που είχε περάσει ένας φίλος μου ο Α το βράδυ των ευρωεκλογών στην αυλή του Fin. Και τον άλλο α, με μικρό αυτός, που είχε περάσει την ίδια βραδιά παράξενα μπλεγμένος μέσα σε μπλε και πράσινους κόκκους!

Στο Fin είχε Live το βράδυ των ευρωεκλογών. Κι όπως κάθε serial finer που σέβεται τον εαυτό του, ο Α φόρεσε το πιο αστραφτερό του χαμόγελο, πήρε την κοπέλα του και την παρέα του και έδωσαν το παρόν από τους πρώτους στην περίλαμπρη αν και υπέρ του δέοντος ζεστή (Ιούνιος γαρ) αυλίτσα της ψαραγοράς.

Δεν τους πτόησε η ζέστη και ανυπόμονα ρουφούσαν το ποτό τους και μασουλούσαν φυστικάκια όσο να αρχίσει η συναυλία. Ο Α είχε πιάσει μια χαλαρή πολιτική συζήτηση περί αποχής με μία από τις φίλες του και διαφωνούσαν ή συμφωνούσαν χαμογελαστά και ήσυχα σε μια γωνία του πάγκου που είχε επιστρατευτεί κι αυτός με τη σειρά του στην αυλή για το Live.

Ανυποψίαστοι οι ήρωές μας για το δράμα του άλλου α που ζούσε κάπου εκεί γύρω, μη με ρωτάτε που γιατί δεν γνωρίζω, συζητούσαν μέσα σε μια γενική ευθυμία και λίγο πριν αρχίσουν να κάνουν τα σχέδια των διακοπών τους που πλησίαζαν, άκουσαν τις πρώτες μουσικές των Blues Bug να σχίζουν την ραστώνη που επικρατεί στο κέντρο της Κορίνθου το καλοκαίρι. Ενθουσιασμένοι χειροκρότησαν και δεν πέρασε πολύ ώρα πριν αρχίζουν να χορεύουν και να τραγουδούν.

Ο άλλος α, χωμένος στις πυτζάμες του είχε αρχίσει από νωρίς να βλέπει πολιτικές εκπομπές με exit polls και αναλύσεις επί αναλύσεων για τα κόμματα και τα ποσοστά τους. Είχε από τη δύση του ηλίου αρχίσει να γκρινιάζει για την νεολαία και την απάθεια της για τα πολιτικά πράγματα του τόπου, χωρίς να καταλαβαίνει την ουσιαστική διαφορά μεταξύ απάθειας και πλήρους απογοήτευσης και μιας κουρασμένης νιότης.

Τη στιγμή που οι ευχάριστες νότες και τα τραγούδια ταξίδεψαν μέχρι το μπαλκόνι του ήταν ήδη πιασμένος στον ιστό των μπλε και πράσινων κόκκων που ξεπηδούσαν με ανθρώπινη μορφή από το γυαλί της τηλεόρασης, Παράθυρα ανοιχτά κι Ιούλιος μήνας, ο α πήρε να ξεχνιέται ακούγοντας τη μουσική, πήρε να καταλαβαίνει γιατί οι άνθρωποι που μέχρι προ ολίγου τους κατηγορούσε είχαν προτιμήσει να τραγουδούν και να χορεύουν από το να ιδρώνουν κολλημένοι μπροστά σε μια τηλεόραση.

Την ώρα που ο Α του χορού και του τραγουδιού φιλούσε γλυκά την κοπέλα του και έλαμπε, ο α της πολυθρόνας συνειδητοποίησε ότι μαγευόταν από τη μουσική που έβγαινε από την κοιλιά της ψαραγοράς. Και κάτι έσπασε μέσα του και θύμωσε με τον εαυτό του. Όχι γιατί δεν κατέβηκε να χορέψει παρά την ολίγον προχωρημένη ηλικία του όπως όλοι οι serial finers θα ήλπιζαν. Όχι. Ο α θύμωσε που αφέθηκε να σπάσει την ρουτίνα κάθε εκλογικού βραδιού του. Που έχασε μια μπλε και μια πράσινη οξεία ακούγοντας τη μουσική. Και περισσότερο θύμωσε που συμπάθησε αυτούς τους διαφορετικούς και αισιόδοξους τύπους που παρόλο που κάθε τι έμοιαζε στραβό, εκείνοι τραγουδούσαν και χόρευαν στο άδειο κέντρο της καλοκαιρινής τους πόλης.

Έβαλε τα πόδια του πιο γερά μέσα στις σαγιονάρες του και έκλεισε τη μπαλκονόπορτα. Ο παλιός ανεμιστήρας κόπιαζε για να τον δροσίζει όσο οι δημοσιογράφοι ανέλυαν μέχρι και τη γραβάτα που φορούσαν οι βουλευτές του κερδισμένου ή ηττημένου κόμματος. Κι όμως κάτι είχε αλλάξει στην συγκέντρωσή του και ένας σκοπός μελωδικός κατάφερνε να περάσει από τις χαραμάδες της μπαλκονόπορτας και να προσγειώνεται στο αυτί του.

Το «μαρτύριο» του έλαβε τέλος αναπάντεχα τη στιγμή που ο Α τέλειωνε την δεύτερη μαργαρίτα του ευχαριστημένος και οι μουσικοί του συγκροτήματος έκαναν διάλειμμα, όταν κάποιος άγνωστος έστειλε την «έννομη τάξη» να επιβάλλει την γνώριμη σιωπή στο καλοκαιρινό άδειο κέντρο της Κορίνθου. Δεν ήταν ο α, αν και το είχε σκεφτεί κάποια στιγμή που προσπαθούσε να διώξει ένα κρεσέντο από το αυτί του.

Κι ενώ η απορία ζωγραφιζόταν στο βλέμμα του Α καθώς η ώρα δεν ήταν καν 12 και σ’ ένα άδειο κέντρο δεν μπορούσε να φανταστεί ποιος θα ενοχλούνταν από το Live, στο πρόσωπο του άλλου α ζωγραφιζόταν μηχανικά και ανεπαίσθητα ένα χαμόγελο που κάποιος κατατρόπωσε τους διαφορετικούς απέναντι που διασκέδαζαν την ύψιστη ώρα των εκλογικών αποτελεσμάτων.

Σιγά σιγά πέρασε η ώρα και μετά από λίγα ακόμη –πιο χαμηλόφωνα- τραγούδια ο Α πήρε την κοπέλα του και τη μισή του παρέα, καθώς η άλλη μισή συνήθιζε να μένει στο αγαπημένο Fin μέχρι τέλους, και έφυγαν χαμογελαστοί όπως είχαν έρθει και διόλου πτοημένοι από την εξέλιξη της βραδιάς.

Κι ενώ το βράδυ προχωρούσε και η συναυλία έφτανε στο τέλος της ο α κουνούσε αριστερά δεξιά το κεφάλι του στην πολυθρόνα, μην καταλαβαίνοντας το γιατί. Σύντομα ανακάλυψε ότι το κεφάλι του, αντιδρώντας εύλογα στις ιδέες του συστρεφόταν για να βρει που πήγε η μουσική που τόσο το μάγευε και το ταξίδευε. Λίγο μετά επαναστάτησαν τα χέρια του που πάτησαν το κόκκινο κουμπί του τηλεκοντρόλ και στο σαλόνι του α ήρθε κι εγκαταστάθηκε η βουερή σιωπή του ανεμιστήρα.

Σαν να μην έφταναν αυτά, τα πόδια του αποφάσισαν να λάβουν μέρος στη συνωμοσία και τον πήγαν μέχρι τη μπαλκονόπορτα. Σαστισμένος ο α βγήκε στο μπαλκόνι κι άκουγε μια απλή χαρούμενη βαβούρα από την κοιλιά της ψαραγοράς. Το Live είχε τελειώσει. Χωρίς να το θέλει η καρδιά του ένιωσε τη θλίψη του μικρού παιδιού που του έφυγε το καινούριο του μπαλόνι απ’ το χέρι. Κοίταξε κάτω και είδε έναν νέαρο (τον Α μας) να κρατάει την κοπέλα του από το χέρι και να περπατά.

- Ε εσύ, τι έγινε; Γιατί δεν τραγουδάτε; Ρώτησε τον Α ένας τύπος με σαγιονάρες και καλοκαιρινές πυτζάμες από ένα ψηλό μπαλκόνι.

- Τέλειωσε η συναυλία παππού, του φώναξε, γιατί ήθελες κι άλλο; Απάντησε γελώντας το αγόρι.

- Ναι, είπε σιγά και μην πιστεύοντας το στόμα του ο από πάνω.

- Εντάξει δεν χάθηκε κι ο κόσμος, άλλη φορά. Από εκλογές ο τόπος άλλο τίποτα, όπως και το Fin από μουσικές, του είπε με μια συμπάθεια στη φωνή ο Α.

Ο άλλος α έμεινε ώρα πολλή στο μπαλκόνι του, νιώθοντας αλλαγμένος. Δεν γκρίνιαζε πια ούτε κατηγορούσε τα παιδιά απέναντι, ή τον νεαρό από κάτω του. Το σώμα του του είχε δείξει το δρόμο για το μπαλκόνι, η καρδιά του το δρόμο για τη μουσική. Και τέλος ο ίδιος που στην αρχή θύμωνε, ύστερα σάστιζε, μετά λυπόταν αλλά στο τέλος χάρηκε με την αλλαγή που συντελέστηκε κάπου μέσα από τις πυτζάμες και τις σαγιονάρες του, τίναξε τους μπλε και πράσινους κόκκους από τα μάτια του, άλλαξε ρούχα και κατέβηκε για πρώτη φορά στη ζωή του στο Fin, στο κέντρο της άδειας καλοκαιρινής πόλης του κι ήπιε ένα ποτό ανάμεσα σε γελαστούς ανθρώπους. Κι από τότε δεν χάνει ευκαιρία να το επισκεφθεί και να σφίξει το χέρι του άλλου Α με μια ανεπαίσθητη ευγνωμοσύνη αν τύχει να τον συναντήσει.

ΥΓ: Τα πρόσωπα και οι καταστάσεις που περιγράφονται είναι σχεδόν φανταστικά. Οποιαδήποτε ομοιότητα με πραγματικά πρόσωπα και καταστάσεις είναι σχεδόν συμπτωματική.

Τρίτη 8 Σεπτεμβρίου 2009

ΕΝΑΡΞΗ ΠΡΟΕΚΛΟΓΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ !

107936

Τη Παρασκευή 11/09/2009 ξεκινάμε!

Να είστε όλοι εντός & εκτός του fin για να περάσουμε καλά!

ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ !